Ὕδρα
Καρναβάλι Ὕδρας (Περὶ Ἀπόκρεων)
Ὑδρέϊκα Λαογραφικά,
Ἤτοι (Ἤθη-Ἔθιμα-Δεισιδαιμονίες-Προλήψεις) στὴν Ὕδρα
Καθηγητοὺ Νικολάου Γ.Χαλιορή,Πειραιεὺς 1931(σὲλ 128-135)
Τὸ Μέλλον τῆς Ὕδρας,Ἄρ.2 (252) Φεβρουάριος 1962,σὲλ 36-37
«Παλαιὰ Ὑδραϊκὰ Χρονικά,Ταμποῦρλα & Μασκαράδες,
Γραφὴ Ὁ Ἀπόστρατος (Στ.Χρυσαφίτης)»
Τὸ Μέλλον τῆς Ὕδρας,Ἄρ.3 (253) Μάρτιος 1962,σὲλ 66-68
«Περίεργα καὶ παραλειπόμενα,Ὑδραίϊκα Ἀποκρηάτικα,
Γραφὴ Ἀντωνίου Μανίκη»
Ταμποῦρλα & Τύμπανα τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου
Τὴν ἔναρξη τῶν Ἀποκρεὼν εἷς τὴν Ὕδρα,σηματοδοτοῦσε κατὰ τὰ παλαιὰ ἔτη, ἡ ἡμέρα ἑορτασμοῦ τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μέγα κατὰ τὴν 17ην Ἰανουαρίου.
Τὴν συγκεκριμένη ἡμέρα,εἷς ὅλες τὶς γειτονιὲς τῆς Ὕδρας,οἱ καρναβαλιστὲς ἄρχισαν νὰ κροοῦν τύμπανα καὶ ταμποῦρλα,ἀναγγέλοντας τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Ἑορτῆς τῶν Ἀπόκρεων.
Γράφει ὁ Νικόλαος Χαλιορὴς χαρακτηριστικά:
«...σ’ὅλες τὶς γειτονιὲς καὶ γίνεται μεγάλος ἀλαλαγμός,ποὺ τὸν δυναμώνει πιὸ πολὺ ἡ ἀπήχησις τῶν γύρω βουνῶν,ποὺ περιστοιχίζουν τὴν ἀμφιθεατρικὴ πόλη τῆς Ὕδρας..»
Ἡ προετοιμασία δὲ τῶν ταμπούρλων ἦταν σωστὴ μυσταγωγία,ἀφοῦ οἱ τυμπανιστὲς μετὰ τὸν ἑορτασμὸ τῶν Θεοφανείων,ἑτοίμαζαν,χρωμάτιζαν καὶ ἄλλαζαν τὶς κορδὲς τῶν ταμπούρλων.Τὸ ταμποῦρλο δέ,ἦταν τὸ σῆμα κατατεθὲν καὶ τὸ ἀναπόσπαστο κομμάτι τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Ἀπόκριας,ἀφοῦ δὲν ἔλειπε μήτε ἀπὸ τὶς ταβέρνες,μήτε ἀπὸ τὶς οἰκίες μήτε ἀπὸ οἱονδήποτε ὑδραίϊκο γλέντι (κυρίως εἷς τὶς παλαιὲς συνοικίες τῆς Κιάφας &τῆς Γκουρμάδας).
Ταμπουρλοκρούστης Καρνάβαλου ἓν ἔτει 2007
(Νικόλαος Χαλιορὴς)
«....Μᾶς διηγηθήκανε οἱ παλαιότεροί μας,ὅτι τὸ ταμποῦρλο τοῦ Δημήτρη τοῦ Δελόπουλου τοῦ σημερινοῦ πρωτοψάλτη τοῦ νησιοῦ,ἦταν τὸ πειὸ κριζάτο.Τὸ βάραγε στὴν Πουαγιὰ καὶ ἀκουγότανε στὰ Καμίνια.Ἅμα βάραγε κρατάγανε ὅλα τ’ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν ἀκοῦνε.Βάραγε δὲ ὄμορφα καὶ τὸν καμπανάτο καὶ τὸν γλήγορο ρόλο...»
Οἰκία εἷς τὴν ὁποίαν διέμενε ὁ ἱεροψάλτης τῆς ΜητροπόλεωςΔημητρίου Δελόπουλου ἢ Κολυμπάδη.Οἱ διηγήσεις τῶν παλαιῶν ὁμιλοῦν ὅτι διέμενε εἷς τὴν συνοικία τῆς Μπουαγιᾶς
Ὁ Ἀπόστρατος,(Στ.Χρυσαφίτης)μνημονεύει καὶ αὐτὸς μὲ τὴν σειρὰ τοῦ τὸν Δημήτριον Δελόπουλο ἢ Κολυμπάδη,ὡς τὸν καλύτερον ταμπουρλοκρούστη τῆς Ὕδρας.
«..ἐκτός του ὅτι ἦτο ὁ πρῶτος εἷς τέχνην καὶ ταχύτητα παίκτης τοῦ ταμπούρλου,θαυμαζόμενος μάλιστα ἀπὸ ὅλους τους συμπολίτας,εἷς τῶν χειρισμῶν τῶν κοπανελίων εἷς τὸν ρόλον,ἦτο καὶ σπουδαῖος τεχνίτης εἷς τὴν κατασκευὴν ταμπούρλων,χρησιμοποιῶν τὰ δέρματα σκύλων,διὰ τὸ καλλίφωνον καὶ κορδὲς ἀπὸ ἔντερα ζώων...»
Σημειώνουμε ἀπὸ τὸ Λῆμμα Κριζάτο(Ὕδρας Λεξιλόγιον,ἤγουν οἱ Ὑδραίϊκες λέξεις μὲ κάποιες σημειώσεις ἱστορικές,λαογραφικὲς καὶ ἄλλες σοβαρὲς ἢ εὐτράπελες..τὸ καταδύναμιν 1996, Ἰωάννης Καραμῆτσος) τὰ ἑξῆς:
«..Κριζάτο,τὸ τριζάτο,δυνατὸ καὶ ὀξύ.Στὸν ἀνταγωνισμὸ τῶν ταμπούρλων,γύρω ἀπὸ τὶς Ἀπόκριες,λέγανε «.Ὁ Τάσος παίζει τὸ πιὸ κριζάτο ταμποῦρλο.Στὸν ρόλο του δὲν τὸν φθάνει κανεὶς μουδὲ στὸ καμπανάτο..»
Ταμπουρλοκροῦστες Καρνάβαλου ἓν ἔτει 2008
Ὁ Ἀντώνιος Μανίκης,Καμινιώτης,ἐνθυμεῖται μὲ τὴν σειρὰ τοῦ τὸν καλύτερο ταμπουρλοκρούστη τῆς συνοικίας τοῦ Καμινίου:
«..Ἦταν ὁ κατὰ κάποια χρόνια πρεσβύτερός μου φίλτατος κὺρ Γιάννης Μονάς,ἢ «κάλλιον εἰπεῖν» μαστρο-Γιάννης Μονάς...
....καθισμένος σὲ κάποιο βραχάκι τῆς λάκας τοῦ Σώκου,πλάϊ στὸ προγονικό του σπίτι,βαροῦσε τὸ ταμποῦρλο, «οὗ μὴν» καὶ τὸν δύσκολο ρόλο,ὄχι μόνο «πάνυ θαυμασίως» ἀλλὰ ἀκατάπαυστα, καθ’ὅλα τὰ ἀπογεύματα ἀπ’τὴν γιορτὴ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ἴσαμε τὴν Καθαροδευτέρα καὶ τάραζε καὶ ξυνεκίκα τὸ Καμίνι καὶ ὁλάκερη τὴν γύρω περιοχή του,ἀκόμα καὶ ὡς τὸν ἅγιο Λιά, γιὰ νὰ εὐφραίνονται κι οἱ τλημόνες καλόγεροι,μὲ τὴν ταμπουρλοκρουστικὴν αὐτὴν ἀποκρηάτικη πανδαισία...»
Ἓν τῷ μέσω τῆς φωτογραφίας ἡ Λάκκα τοῦ Σώκου.Δεύτερη ἓξ ἀριστερῶν (ἀρχὴ τοῦ μονοπατιοῦ ποὺ ὁδηγεῖ εἷς τὴν Λάκκα Σώκου) ἡ οἰκία τοῦ Μαστρό Γιάννη Μονά.
Τὰ ταμποῦρλα ἠχοῦσαν ἕως καὶ τὸ βράδυ τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.Τὸ ἔθιμο πλέον ἔχει σβήσει ἀπὸ τὴν Ὕδρα.(Ἀνὰ ἔτη,κατὰ τὴν περιφορὰ τοῦ καρνάβαλου,εἷς καρναβαλιστὴς φέρει ταμποῦρλο,τοῦ ὁποίου ὅμως ἡ χρήση δὲν συσχετίζεται μὲ τὸ προαναφερθὲν ἔθιμο).
Ἀπόκριες
Μουσκάρια (Καλὰ & Κακὰ)
Ἡ ὀνομασία τῶν καρναβαλιστῶν τῆς Ὕδρας εἶναι γνωστὴ ὑπὸ τοῦ χαρακτηρισμοῦ «Μουσκάρια».
Ὁ Ἀντώνιος Μανίκης ἐπισημαίνει παράλληλα πῶς εἷς τὴν Ὕδρα,πάντοτε οἱ Ὑδραῖοι ἔλεγαν Ἀπόκριες,τονίζοντας τὴν παραλήγουσα καὶ ὄχι Ἀποκριές.Ποῖες ἦταν ὅμως οἱ κυριώτερες ἀμφιέσεις τῶν«Μουσκαριῶν» τῆς Ὕδρας;
Κατὰ τὸν Νικόλαο Χαλιορὴ,οἱ συνηθέστερες ἀμφιέσεις τῶν καρναβαλιστῶν, τὰ ἐπονομαζόμενα εἷς τὴν Ὕδρα «Μουσκάρια» καταγράφονται εἷς τὸ ἑξῆς κείμενον:
«....ἄλλοι λιάπηδες, ἄλλοι ἀράπηδες,ἄλλοι ζεϊμπέκηδες,ἄλλοι μὲ φουφοῦλες, ἄλλοι γιατροί,ἄλλοι καλαμαράδες,ἄλλοι ψαράδες,ἄλλοι καμηλιέρηδες καὶ ἄλλοι ἀλλοιῶς.Οἱ πιὸ πολλοὶ προτιμούσανε τὰ ζεμπέκικα.Λιγοστοὶ ντυνόστουσαν μὲ γυναικεία,κι αὐτοὶ ἤντουσαν στεριανοὶ νέοι του νησιοῦ, προτιμάγανε δὲ καὶ αὐτοὶ νὰ ντύνουνται μοῖρες...»
Ὁ Ἀντώνιος Μανίκης διαχωρίζει τὰ Μουσκάρια εἷς δύο βασικὲς κατηγορίες,τὰ Καλὰ καὶ τὰ Παλαιὰ Μουσκάρια:
Τὰ Καλὰ Μουσκάρια,ἀποτελοῦνταν κυρίως ἀπὸ περήφανες καὶ ἀρχοντικὲς πανέμορφες ἀμφιέσεις,οἱ ὁποῖες προκαλοῦσαν τὸν θαυμασμὸ τοῦ κόσμου.Ἀσφαλῶς καὶ ἐπρόκειτο διὰ τὶς ἀμφιέσεις τὶς ὁποῖες ἀναφέρει εἷς τὸ παραπάνω ἀπόσπασμα ὁ Νικόλαος Χαλιορής.Ἀναλυτικὴ περιγραφὴ διὰ τὰ Καλὰ Μουσκάρια δίδει ὁ Ἀπόστρατος ὁ ὁποῖος γράφει χαρακτηριστικά:
«...Ζεϊμπέκηδες: Τὰ ταρίφια τῶν Ζεμπέκηδων μὲ τὰ ὑπέροχα φαρδομάνικα μεταξωτὰ ὑποκάμισα,μὲ τὶς τσόχινες μπλὲ καὶ καφὲς βράκες,τὰ ὡραία καὶ χρυσοκέντητα παπάζια,τὸ γεμάτο χρυσάφι καὶ φλωρὶ στῆθος τῶν ὡραίων παλληκαριῶν,ποὺ τὸ ἐστόλιζαν χρυσὲς καδένες μὲ ὡρολόγια καπακωτὰ καὶ μὲ ζουνάργια στὴ μέση τους πολύχρωμα μεταξωτά...»
«..Μοῖρες:μὲ τὰ ὁλόλευκα μεταξωτὰ κουστούμια,μὲ φουστάνια μὲ τουρνοῦρες καὶ μακρυὲς οὐρές,μὲ πέπλο σκεπασμένο τὸ πρόσωπό τους μὲ κρεμαστὲς πολύχρωμες μεγάλες κορδέλες ἀπὸ τὸ κεφάλι τοὺς δεμένες..»
«..Τὴν Ὑδρέϊκη γυναικεία στολὴμὲ τὰ βελούδινα μαῦρα ἕως τὰ γόνατα σακκάκια,στολισμένα μὲ χάνδρες,μὲ κρόσια καὶ δαντέλες,στὰ μανίκια καὶ στὸ στῆθος,μὲ τὰ φουστάνια τὰ μεταξωτὰ μὲ οὐρὲς ντουράτα,φουσκωτὰ χάρις εἰς τὸ κολαριστὸ μισοφόρι καὶ τὸ ὡραιότερο ἀπὸ ὅλα ὁ νταβάς,ἤτοι τὸ χρυσοποίκιλτο τσεμπέρι φουσκοβελονιὰ ἀπὸ τιρτήρι καὶ λευκὸ ἀπὸ μετάξι,ἐργασία τῶν ἀδελφῶν Παρίση καὶ Λουβῆνες..»
«..Τοὺς Ἀγγέλους μὲ τὰ μεγάλα ὁλόχρυσα φτερά τους...»
«...Τὸν μπισδρέδουρι ἤτοι τὸν ἔξω ἀποδῶ μὲ τὸ ἀπαίσιο μαῦρο κουστούμι του,τὸ μονοκόμματο μὲ τὰ κόκκινα μεγάλα μάτια,μὲ τὰ κέρατα καὶ οὐράν...»
«...Τοὺς ἀραπάδες....,τὸ Γαϊτανάκι,τὴν γκαμήλα,τὸ κινητὸ φοῦρνο(Μορφωτικὸ Ἵδρυμα τὸ ὁποῖο ἔβγαζε τοῦβλα)....»
Παλαιὰ φωτογραφία (ἀρχεῖο οἰκογενείας Δημητρίου Ἄν.Κουκουδάκη),
προφανῶς πρὸς τὰ τέλη τοῦ 19ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνος.
Διακρίνονται ἄτομα ἀμφιεσμένα(πιθανῶς Ἀπόκριες) εἴτε μὲ τὴν πατροπαράδοτη Ὑδρέϊκη στολή,εἴτε μὲ τὴν περιβολὴ τῶν Ζεϊμπέκιδων (διακρίνονται τὰ ταρίφια τῶν Ζεμπέκηδων μὲ τὰ ὑπέροχα φαρδομάνικα μεταξωτὰ ὑποκάμισα,μὲ τὶς τσόχινες μπλὲ καὶ καφὲς βράκες,τὰ ὡραία καὶ χρυσοκέντητα παπάζια).Ἓν τῷ μέσω τῆς φωτογραφίας διακρίνονται καρναβαλιστὲς μὲ τὴν Ὑδρέϊκη γυναικεία στολή.Ἀπαραίτητη βέβαια ἦτο ἡ παρουσία τῶν ἐγχόρδων ὀργάνων (βιολί,λαοῦτο)
Τὰ Παλιὰ Μουσκάρια,προκαλοῦσαν τὸν χλευασμὸ τοῦ κόσμου,καὶ τὰ κυνηγοῦσαν κυρίως οἱ πιτσιρικάδες ὅταν αὐτὰ ἐμφανίζονταν εἷς τὶς γειτονίες.Προκαλοῦσαν τὸ γέλιο καὶ τὸ σαματὰ εἷς ὅλους τους καρναβαλιστές.Γιὰ τὴν ἀμφίεσή τους ἀναφέρει ὁ Μανίκης:
«....Προχειρότερα δὲ ροῦχα τῆς μασκαρομεταμφιέσεως ἦταν,κατὰ κανόνα,ἢ τὸ παλιοφούστανο τῆς γιαγιᾶς ἢ ἄλλης γερόντισσας ἢ τὰ παλιὰ πανωβράκια τοῦ παπποῦ ἢ ἄλλου γερόντα, συμπληρούμενα μὲ φαρδὺ πουκάμισο ἢ σουρτοῦκο(σακκάκι)..»
Παλαιὸ Μουσκάρι
Ὁ Νικόλαος Χαλιορὴς καὶ ὁ Ἀντώνιος Μανίκης,μᾶς πληροφοροῦν πὼς ἡ κυριότερη ἀποκριάτικη κραυγή, ἰαχὴ ἢ πρόγκα (κοροϊδία)τῶν καρναβαλιστῶν τῆς Ὕδρας ποὺ ἀπευθυνόταν κατὰ τῶν Κακῶν Μουσκαριῶν ἦταν ἡ λέξη:
Χιπιπούρα-χιπιπούρα
(Τώρα τί σημαίνει τοῦτο ὁ Θεὸς καὶ ἡ ψυχή του)
Οἱ παραπάνω ἀμφιέσεις,ἦτο οἱ κυριώτερες τῶν καρναβαλιστῶν τῆς Ὕδρας,τῶν ἀρχῶν τοῦ 20ου αἰώνα.Κατὰ τὰ τελευταία ἔτη,εἷς τὴν περιφορὰ τοῦ καρνάβαλου,ἔχει ἐπικρατήσει νὰ προβάλλεται ὡς κύριο θέμα τῆς περιφορᾶς ὁ Ἀποκριάτικος Γάμος,κατὰ τὸν ὁποῖον,εἷς νεανὶας ὑποδύετε τὴν νύφη τοῦ ζευγαριοῦ.(Ὁ Νικόλαος Χαλιορὴς εἷς τὰ Λαογραφικά του δὲν μνημονεύει τὸ συγκεκριμένο ἀποκριάτικο δρώμενο).
Διὰ τοὺς περιηγητὲς καὶ ἐπισκέπτες τῆς νήσου, ὁ Δῆμος Ὕδρας συμπράττοντας μὲ τὴν Ἐπιτροπὴ τοῦ Καρνάβαλου,παρέχουν ὁμοιογενεῖς κατηγορίες στολῶν, προκειμένω νὰ δημιουργηθοῦν ὁμάδες καρναβαλιστῶν στὰ πρότυπα τῶν μεγάλων καρναβαλιῶν ἄλλων περιοχῶν τῆς Ἑλλάδος.
Δημιουργοῦνται ὁμάδες Ἰνδιάνων ἢ Καουμπόϊδων ἢ Μεξικάνων καβαλάρηδων τοὺς ὁποίους ὑποδύονται κυρίως οἱ Ἀγωγιάτες τῆς νήσου,καθὼς καὶ ὁμάδες ἀπὸ:
στρουμφάκια (καρικατοῦρες κινουμένων σχεδίων), κοτόπουλα,ὀχταπόδια,καθολικοὺς καλόγερους,σωματοφύλακες, σταυροφόρους,Κινέζους,φαντάσματα,κοκκινοσκουφίτσες καὶ ἄλλες,
οἱ ὁποῖες ὅμως δὲν θυμίζουν εἷς τὸ παραμικρὸ τὶς παλαιὲς πατροπαράδοτες ἀμφιέσεις τοῦ Ὑδραϊκοῦ καρναβαλιοῦ.
Ἄλλοτε,προτοῦ ξεκινήσει ἡ περιφορὰ τοῦ Καρνάβαλου,στηνότανε εἷς τὴν πλατεία Βότση,τὸ πατροπαράδοτο Γαϊτανάκι (κυρίως ἔθιμο τοῦ Εὔξεινου Πόντου).Τελευταία φορὰ στήθηκε τὸ 2006.
Περιφορὰ τοῦ Καρνάβαλου
(Διαδρομὴ)
Ἡ περιφορὰ τοῦ Καρνάβαλου εἷς τὶς γειτονιὲς τῆς Ὕδρας,ἐλάμβανε χώρα κατὰ τὴν Κυριακή της Τυρινῆς.Ἡ ἀρχικὴδιαδρομὴ τοῦ καρνάβαλου, διεσώζεται ἀποσπασματικὰ εἷς τὸ σχετικὸ χωρίο τοῦ Νικολάου Χαλιορῆ:
«..Τὴν Κυριακή της Τυρίνης ἡ βόλτα τῶν μουσκαριῶν γίνεται ξενοχώρα μεγάλη.Ἀνεβαίνουμε ἀπ’τὴν Ξερὴ Ἐλιά,καὶ ἀπ’τὸ Παζάρι,περνᾶνε ἀπ’τὸν Κεντρικὸ δρόμο,διασχίζουνε τὸ Καμίνι, ἀνεβαίνουνε ὕστερις ἀπ’τὴν Ἀνάληψι, ποὺ εἶναι κοντὰ στὰ Κριεζήδικα τὰ σπίτια,κατὰ τὸ Βλυχό, κατόπιν ἀπὸ τὸν κεντρικὸ τὸν δρόμο τῆς Κιάφας,ποὺ ἤτανε ἄλλοτε τὰ μαγαζιὰ τοῦ Περκιζα καὶ τῶν δύο Καΐρηδων,καὶ βρίσκονται ἀκόμη οἱ ἐκκλησίες ὁ «Χριστὸς» τοῦ Οἰκονόμου,ἡ«Βαγγελίστρα» κι ὁ «Ἅγιος Λευτέρης»,περνᾶνε καὶ φτάνουνε στὰ Καλὰ Πηγάδια,καὶ ἔπειτα ἀπ’ τὸ ποτάμι τὸ στρωμένο τώρα κατεβαίνουνε μαζὺ μὲ τὴ νύχτα πάλι στὰ μαγαζιὰ τοῦ Παζαριοῦ κι ἀρχίζουνε τὸ γλέντι...»
Διαβάζοντας τὸ παραπάνω ἀπόσπασμα τοῦ Χαλιορῆ,διαπιστώνουμε πὼς ἡ περιφορὰ τοῦ Καρνάβαλου κατὰ τὰ παλαιὰ ἔτη εἶχε ὡς ἀφετηρία τὴν Πλατεία τῆς Ξερῆς Ἐλιᾶς,ἐν ἀντιθέσει μὲ τὴν τωρινή,ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἀφετηρία τὴν πλατεία Ναυάρχου Νικολάου Βότση.
Παράλληλα διαπιστώνουμε, πὼς κατὰ τὴν παλαιὰ διαδρομὴ ὁ Καρνάβαλος διερχότανε δύο φορὲς ἀπὸ τὴν παραλία τῆς Ὕδρας.(Μία κατὰ τὴν ἄνοδο καὶ μία κατὰ τὴν κάθοδο).
Θὰ πρέπει ἐπίσης,νὰ ἐπισημάνουμε πὼς ἡ περιφορὰ τοῦ Καρνάβαλου ἔπαψε πλέον (ἀπὸ τὸ 2007 καὶ ἔπειτα) νὰ διέρχεται ἐκ τῶν ἐρειπωμένων πιὰ συνοικιῶν τῆς Γκουρμάδας (Γκουριμὰδ) καὶ τῆς Κιάφας,ὅπου ἀπὸ κεῖ κατέληγε εἷς τὴν πλατεία τῶν Καλὰ-Πηγαδίων ὅπου καὶ στηνόταν χορός.
Ἡ τωρινὴ διαδρομὴ τοῦ Καρνάβαλου εἶναι ἡ ἑξῆς:
Ἀφετηρία καὶ σημεῖο συγκεντρώσεως τῶν Καρναβαλιστῶν εἶναι ἡ Πλατεία Ναυάρχου Βότση,πλησίον της παλαιᾶς ταβέρνας«Ρεμέτζο» (Ἀναφέρεται εἷς τὴν κλασσικὴ μαγνητοταινία ποὺ συνοδεύει κάθε ἔτος τὴν περιφορά).Οἱ καρναβαλιστές,ἀνεβαίνοντας κατόπιν τὴν κλιμακωτὴ ὁδὸ Ἀντωνίου Λιγνοῦ ἕως τὴν Κεντρικὴ εἴσοδο τοῦ Ἀρχοντικοῦ Σαχτούρη, (Παλαιὸ Γυμνάσιο-Λύκειο Ὕδρας) ,στρίβουν καὶ ἀφοῦ διέλθουν μέσω τῆς Μεγάλης Χύμας Μπίκου καταφθάνουν εἷς τὴν Λάκκα τοῦ Χίλαρη (Κόκκορη),ὅπου πραγματοποιοῦν τὴν πρώτη του στάση.Ἐκεῖ στήνεται χορὸς μὲ πατροπαράδοτα νησιώτικα τραγούδια,ὑπὸ τὴν συνοδεία κερασμάτων.
Λάκκα τοῦ Χίλαρη (Κόκκορη)
Ἓν συνέχεια,μέσω τῆς Ὁδοῦ Ἀντωνίου Κριεζῆ, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἷς τὴν συνοικία τοῦ Καμινίου, παρακάμπτοντας τὴν διαδρομὴ εἷς τὸ ὕψος τῆς ἐκκλησίας Γεννέθλιον Θεοτόκου τοῦ Μηλίτσα,κατευθύνονται εἷς τὴν Λάκκα τοῦ Τζάθα ἢ Μπαμπορῆ.
Προχωρόντας ἕως τὴν θέση Πεταλίδιζα,πλησίον της ἐκκλησίας τῆς Ἁγίας Βαρβάρας στρίβουν πρὸς δυσμᾶς καὶ κατευθύνονται πρὸς τὸν Λιμένα τοῦ Καμινίου (Σούρι Καμινίου).Διερχόμενοι τὸ κεντρικὸ Ποτάμι τοῦ Καμινίου καταλήγουν εἷς τὴν Λάκκα τοῦ Παντοπωλείου Βούλγαρη ὅπου πραγματοποιῆται δεύτερη στάση μὲ κεράσματα καὶ χορούς.
Λάκκα τοῦ Παντοπωλείου Βούλγαρη
Μετὰ τὴν δεύτερη αὐτὴ στάση,οἱ καρναβαλιστὲς κατευθύνονται πρὸς τὴν ἐκκλησία τῆς Ἀναλήψεως Καμινίου καὶ ἀκολουθόντας τὸν Ἐπάνω Δρόμο τοῦ Καμινίου καταλήγουν εἷς τὴν Λάκκα Γαβρίλη διὰ τὴν Τρίτη καὶ τελευταία στάση τῆς περιφορᾶς τοῦ Καρνάβαλου.
Λάκκα Γαβρίλη
Ἐπειδὴ ὁ Καρνάβαλος ἔπαψε νὰ διέρχεται ἐκ τῶν συνοικιῶν τῆς Γκουρμάδας,τῆς Κιάφας καὶ τῶν Καλὰ Πηγαδίων,οἱ καρναβαλιστές,ἀπὸ τὴν Λάκκα Γαβρίλη,κατηφορίζουν ἕως ὅτου προσεγγίσουν τὴν κλιμακωτὴ ὁδὸ Ἀντωνίου Λιγνοῦ,διὰ νὰ φθάσουν εἷς τὴν ἀφετηρία τῆς περιφορᾶς.
Συγκέντρωσις πρὸ τῆς παρελάσεως..
Ἡ πλατεία Ναυάρχου Βότση,λειτουργεῖ ἐκ νέου ὡς ἀφετηρία,ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ διὰ τὴν παρέλαση τοῦ Καρναβάλου εἷς τὴν Παραλία τῆς Ὕδρας.Μὲ φόντο τὸ –ἀρχιτεκτονικοῦ κάλλους-λιμάνι τῆς Ὕδρας,στήνεται χορὸς μὲ νησιώτικα παραδοσιακὰ ἀλλὰ καὶ ξενόφερτα τραγούδια.
Ἐν τέλει,ὁ καρνάβαλος,μετὰ τὴν Παραλία τῆς Ὕδρας,διερχόμενος ἐκ τῆς ὁδοῦ Γεωργίου Σαχτούρη ἕως τὸ ὕψος τοῦ Περιβολιοῦ τοῦ Κούσουλα καταλήγει εἷς τὴν ταβέρνα Ξερὴ Ἐλιὰ τοῦ Καπετὰν Στέφανου Ντούσκου (ἄλλοτε τοῦ πατρός του Σταύρου Ντούσκου) ὅπου καὶ κρεμᾶται (δὲν καίγεται ὅπως γίνεται εἷς ἄλλες περιοχὲς τῆς Ἑλλάδος).(Συνήθως τὴν κεφαλὴ τὴν φουμάρει ὁ Σπύρος Μαῦρος).Ἀκολουθεῖ χορὸς καὶ γλέντι μὲ παραδοσιακοὺς μεζέδες καὶ καλὸ κρασί.
Ἀρχηγὸς τῆς κουστωδίας τοῦ Καρνάβαλου,(κλασσικῆ πατροπαράδοτη πιὰ φιγούρα) εἶναι ὁ Γαϊδαράκος ὁ ὁποῖος φέρει εἷς τὶς πλάτες τοῦ πρωτότυπο Ἠχοσύστημα-(Hi-Fi) τελευταίας τεχνολογίας,(κατασκευασμένο δηλαδή ἀπὸ τελάρο μαναβικῆς,μπαταρία12Vlt,κασσετόφωνο καὶ δύο ἠχεῖα),τὸν ὁποῖον ἀκολουθοῦν στωΐκα ὅλοι οἱ καρναβαλιστὲς ποὺ συμμετέχουν εἷς τὴν παραπάνω περιφορά.
Ὁ Γαϊδαράκος αὐτός,δίδει τὸ εὔνασμα διὰ τὴν διασκέδαση,παίζοντας καθ’ὅλα τὰ ἔτη τὴν ἴδια ἀκριβῶς μαγνητοταινία.Παλαιὰ εἶχαν συμμετάσχει καὶ ὀργανοπαῖκτες (κλαρινίστες) τῶν ὁποίων τὸ ρεπερτόριο βασιζόταν εἷς τὰ γνωστὰ ἄσματα «Σαμιώτισσα, Λεμονάκι μυρωδάτο,Μῆλο μου κόκκινο & τούμπαλιν».Ἂν παρατηρήσουμε τὰ λεγόμενα τοῦ Ἀντωνίου Μανίκη,θὰ διαπιστώσουμε πὼς τὸ πρόγραμμα τῶν ἀποκριάτικων τραγουδιῶν δὲν ἔχει ἀλλάξει καθόλου.Ὁ Μανίκης ἀναφέρει τὰ ἑξῆς:
«...χορεύοντας Ἑλληνικοὺς χοροὺς-καὶ τὸν ὑδραϊκὸ μπάλλο-μὲ τὴν συνοδεία τῶν ἀθάνατων λαϊκῶν τραγουδιῶν, «οἴα: Ἕνα νερὸ κυρὰ-Βαγγελιῶ, Λεϊμονάκι μυρωδάτο,Κάτω στὸ γιαλό,ἡ μηλίτσα που σαι στὸ γκρεμὸ ἢ καὶ μὲ τ’ἀστεῖο,τάχα-ρὲ πὼς τὸ τρί....ἀμάν!ἀμάν!..πῶς τὸ τρίβουν τὸ πιπέρι καὶ τὰ λοιπὰ παρόμοια ποὺ τὰ τραγουδοῦν ἀκόμη οἱ μασκαράδες Ἕλληνες...»
Σατιρικὰ (διονυσιακὰ) τέτοια δίστιχα προστίχου περιεχομένου,θυμᾶμαι τελευταία φορὰ νὰ ἀπαγγέλει εἷς τὴν Ταβέρνα Ξερὴ Ἐλιά,ὅπου εἶχε καταλήξει ἡ περιφορὰ ὁ Ζαχαρίας Παρίσης.
Ὁ Νικόλαος Χαλιορὴς γράφει:
«...Οἱ χοροὶ ὅλοι Ἑλληνικοί.Τὴν πρώτη θέσι τὴν ἔχει ὁ μπάλλος κι’ὁ συρτός,ἔπειτα ἔρχονται ὁ καλαματιανὸς ὁ χασάπικος κι οἱ ἄλλοι..»
Δυστυχῶς λόγω τῆς περιορισμένης συμμετοχῆς τῶν τελευταίων ἐτῶν τείνει ἡ γύρα τοῦ Καρνάβαλου,(ὅπως καὶ ἄλλα ἐναπομείναντα ἔθιμα τῆς νήσου μας) νὰ καταργηθεῖ.
Ἀποκριάτικο ἔθιμο,παλαιὸ τὸ ὁποῖο ἐλάμβανε χώρα καὶ σχετιζόταν μὲ τὴν πλατεία τῶν Καλῶν Πηγαδίων (ὅταν ὁ Καρνάβαλος εἷς τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰώνα ἔφθανε εἷς τὴν πλατεία) ἦταν οἱ ἐπονομαζόμενοι Ἀλαμακεδονίτες. Συγκεκριμένα ὁ Χαλιορὴς διασώζει τὸ παλαιὸ αὐτὸ ἔθιμο ἀναφέροντας τὰ παρακάτω:
«..Ὅταν ἤντουσαν ἀκόμα σεβνταλῆδες καὶ λεβέντες,σὰν φτάνανε στὰ Καλὰ Πηγάδια,στήνανε χορὸ γύρω στὰ πηγάδια κι οἱ πιὸ σβέλτοι πηδάγανε τὰ πηγάδια μὲ ἕνα σάλτο.Θυμοῦνται ἀκόμα οἱ πιὸ παλαιοί,πὼς δὲν πέρνανε οὔτε φόρα,ἀλλὰ στὸ χορὸ ἀπάνω κάνανε αὐτὸ τὸ σάλτο,ποὺ τόσο θυμίζει Σούλι καὶ Σπάρτη..»
Ὁ Ἀντώνιος Μανίκης συμπληρώνει μὲ τὴν σειρά του:
«..ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή τους καὶ οἱ «Ἀλαμακεδονίτες»,τὰ παλληκάρια,ποὺ μ’ἕνα σάλτο (πήδημα) καπίτωναν(πηδοῦσαν) τὰ πλατειὰ τῶν πηγαδιῶν ἀνοίγματα.Στὸ ἐπικίνδυνο τοῦτο «πήδημα τοῦ Θανάτου» περίφημοι ἔχουν μείνει οἱ Ἀραπογιάννηδες...»
Στηνότανε τὸ ἀνάλογο νυφοπάζαρο,γύρω ἀπὸ τὸ ἔθιμο τοῦτο.
Εἷς τὴν προετοιμασία τοῦ Ὑδραιϊκοῦ καρναβαλιοῦ πρωτοστατεῖ πάντοτε ἡ Ἐπιτροπὴ Καρνάβαλου τῆς νήσου.Σημαντικὴ προσωπικότητα τῆς ἐπιτροπῆς ταύτης,διετέλεσε ὁ Κυριάκος Μισύρος ὁ ὁποῖος πρωτοστατοῦσε εἷς ὅλα τὰ ἔθιμα τῆς Ὕδρας,ὅπως εἷς τὴν ἀναβίωση τῆς Καύσεως τοῦ Γιούδα καθὼς καὶ εἷς του ἑορτασμοὺς τῶν Μιαουλείων.
Ἄλλοι πρωτεργάτες τοῦ Καρνάβαλου (ἄλλοι ὑπῆρξαν καὶ ἄλλοι εἶναι ἕως σήμερα) ὁ Ζαχαρίας Παρίσης,ὁ Νίκος Παύλου,ὁ Κούλης & ὁ Κυριάκος Λαναρᾶς,ὁ Κώστας Φανελάκης,ὁ Δῶρος ὁ Σουρέλης καθὼς καὶ ἄλλοι πολλοί.
Καθαρὰ Δευτέρα –Βλυχὸς
Ἡ Καθαρὰ Δευτέρα ἕως σήμερα ἑορτάζεται εἷς τὴν παραθαλάσσια περιοχὴ τοῦ Βλυχοῦ.Οἱ περισσότεροι διασκέδαζαν τὴν συγκεκριμένη ἡμέρα εἴτε στὸν Βλυχὸ (παραλιακά),εἴτε στὶς Ντράσσες Βλυχοὺ ἢ στὸ Περιβόλι τοῦ Μιχαήλου ἢ στοῦ Σπανοῦ ἢ στὸ ρέμα τοῦ Ντόνη.Δὲν μνημονεύεται πουθενὰ τὸ ἔθιμο τοῦ Χαρταετοῦ.
Σαρακοστιανὰ
Σημαντικὸς ἦταν ὁ ρόλος τῆς οἰκογενείας.Τὰ παιδιά,παρόλο ποῦ ἦταν νυμφευμένα περνοῦσαν τὴν Κυριακή της Τυρινῆς καὶ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μὲ τοὺς γονεῖς τους,ἐνῶ τὸ ἑορταστικὸ τραπέζι στόλιζε πάντοτε ἡ γιαγιά.Ὅσοι παρέμεναν εἷς τὶς οἰκίες τους,ἐπιδίδοταν εἷς ἀστεϊσμούς,εἷς τὸ γνωστὸ ἀποκριάτικο παιγνίδι τῶν γλωσσοδέτων καθὼς καὶ εἷς τὸ κλασσικὸ παιχνίδι τοῦ Αὐγοῦ.
Ὅσο ἀφορᾶ τὰ σαρακοστιανὰ ἐδέσματα τῶν Ὑδραίων ἦταν τὰ ἑξῆς:
Ἑβδομάδα τῆς Τυρινῆς: Πιπέκι(Γαλακτομπούρεκο),Δοκαΐτικο γιαούρτι & Τυρὶ ἀπ’τὸ Ζώγερι.
Κυριακή της Τυρινῆς:Μπακαλιάρος σκορδαλιὰ καὶ ζυμαρικὰ ὅπως κρίμπιλιες,γκόγκλιες ἢ τουμάτσες.
Καθαρὰ Δευτέρα:Λαγάνες,ταραμάδες,ὀκταπόδια,γογγύλια,ἐλιές,ντιέγκιση (κάρδαμο), κρεμμυδάκια,χαβιαρόγλωσσες,νηστήσιμα.
Κατὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου,ἐπιστρέφοντας οἱ ἐκδρομεῖς ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ Βλυχοῦ,ἔφεραν οἱ περισσοτέροι τὸ ἔμβλημα τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας τὸ ὁποῖο,ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἀπόστρατος ἦταν :
«..μαντήλι μεταξωτὸ στριμμένο γύρω γύρω στὴν ρεμπούμπλικα καὶ ἄλλοι τριγωνικὸ στὸ λαιμό τους καὶ κρεμμυδάκια φρέσκα βαλμένα στὴν κορδέλα τοῦ καπέλου...»
Τρίμερα
Μετὰ τὴν Κυριακή της Τυρινῆς,οἱ παλαιοὶ κρατοῦσαν τὰ «Τρίμερα» δηλαδή,νύστευαν τὶς πρῶτες τρεῖς ἡμέρες τῆς Σαρακοστῆς καὶ τρώγανε τὴν Τετάρτη ὅταν ἐβγαίνανε ἀπὸ τὴν Προηγιασμένη.
Σημείωσις:Προηγιασμένη Λειτουργία:Τὰ Τίμια Δῶρα,ἔχουν καθαγιασθεῖ κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία τῆς Προηγούμενης Κυριακῆς καὶ φυλάγονται εἰς τὴν Ἁγία Τράπεζα διὰ νὰ προσφερθοῦν τὶς καθημερινὲς ἡμέρες, σὰν χάρη καὶ δύναμη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐνεργεῖ στὸν κόσμο, σὰν προμηθευτὴς τῆς οὐσιαστικῆς τροφῆς μας καὶ τῶν ὅπλων γιὰ τὸν πνευματικὸ ἀγώνα μας.
Ὅλα τὰ πιατικά,τά ποτήρια,τά τσουκάλια,ἁπλάδες, τά μαχαιροπήρουνα, σκάρες, τσιμπίδες καὶ γενικὰ τὰ σύνεργα τῆς κουζίνας τὰ καθάριζαν τὸ ξημέρωμα τῆς Καθαράς Δευτέρας.Ἡ διαδικασία αὐτὴ λεγόταν Ξάρτυσμα (Ρῆμα Ξαρτύζω).
Τὸ πανὶ ποὺ χρησιμοποιοῦτο εἷς τὸ πλύσιμο τῶν κουζινικῶν,τὸ κρεμοῦσαν πάνω σὲ δέντρο ποὺ δὲν ἦταν καρποφῶρο γιὰ νὰ βαστήξει καρπούς.